"Τα απαρέμφατα της εικόνας"
Αμελαδιώτης Δημήτρης, Γκούτζος Φίλιππος, Ζαφειρόπουλος Θόδωρος, Κουκόλη Έλενα, Μαμαλιόγκας Ηλίας, Μαστρογιαννακη Βιργινία, Νάνα Σαχίνη, Σπανόπουλος Κώστας, Μάριος Φούρναρης και Πυθαγ. Χατζηανδρέου.
Στο πλαίσιο των πρόδρομων εκδηλώσεων της International Contemporary Art Fair της Θεσσαλονίκης, εγκαινιάζεται στους χώρους της Δ.Ε.Θ. το δεύτερο μέρος της αρθρωτής έκθεσης "Τα απαρέμφατα της εικόνας" την Δευτέρα 18 Απριλίου 2016 και ώρα 19.00.
Στην έκθεση συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Αμελαδιώτης Δημήτρης, Γκούτζος Φίλιππος, Ζαφειρόπουλος Θόδωρος, Κουκόλη Έλενα, Μαμαλιόγκας Ηλίας, Μαστρογιαννακη Βιργινία, Νάνα Σαχίνη, Σπανόπουλος Κώστας, Μάριος Φούρναρης και Πυθαγ. Χατζηανδρέου.
Η επιλογή των καλλιτεχνών τόσο του πρώτου μέρους όσο και του δεύτερου, έγινε μέσα από το σύνολο των αποφοίτων του Εικαστικού Τμήματος της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ.των δέκα τελευταίων χρόνων.
Την επιμέλεια των εκθέσεων έχει ο Αν. Καθηγητής Ιστορίας Σύγχρονης Τέχνης κ. Χάρης Σαββόπουλος, του εικαστικού τμήματος της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ.
Η ομάδα των 18 καλλιτεχνών της έκθεσης “Τα Απαρέμφατα της Εικόνας Ι & ΙΙ”, συνιστούν την επιλογή, από ένα σύνολο νέων καλλιτεχνών, που θέτει διαρκώς, με το δικό του τρόπο ο καθένας, καταγωγικές ερωτήσεις του τύπου “γιατί τάχα αυτό να είναι έτσι και όχι αλλιώς;” Το ουσιώδες και διακριτό γνώρισμα είναι πως η εικονογραφία των απαντήσεών αποκαλύπτει εικόνες που από τη “φύση” τους είναι διατυπωμένες έτσι ώστε να υπάρχει μέσα τους κάτι, το οποίο δεν τις θεμελιώνει αυτούσιες στον έξω κόσμο. Αυτό το κάτι δεν είναι άλλο, σύμφωνα με τον J. P. Sartres, από την παρουσία τους στον κόσμο. Γιατί ενώ παρουσιάζονται ως όντα ατελή, κατά το Γάλλο φιλόσοφο, μέσα τους παρίσταται a priori η ιδέα της τελειότητας, τόσο τεχνικά με απαράμιλλη αρτιότητα, όσο κατασκευαστικά και δομικά. Λες και επωφελούνται, όπως ο Καρτέσιος με την ανακάλυψή της αμφιβολίας. Ένας ετεροχρονισμός, ανάμεσα στον τύπο του επινοημένου (μια σκηνή, ένα ημερολόγιο, μια διακήρυξη, μια φασματική ανάπλαση, ένας μικρόκοσμος, ένα αντικείμενο, μια ενέργεια, κ.α.) και του όντος που το ίδιο είναι. Με άλλα λόγια, οι εικόνες μπορεί να ενέχουν την ιδέα της τελειότητας, της τελειότητας που αδυνατεί να αυτοθεμελιωθεί (δεν στηρίζονται στην ψευδαισθητική αλήθεια ή την πραγματικότητα) γιατί διαφορετικά θα είχαν παραχθεί με βάση αυτήν την αλήθεια. Όμως τότε μια τέτοια εικόνα δεν θα μπορούσε να υποφέρει τον παραμικρό ετεροχρονισμό ανάμεσα σ’ αυτό που είναι και σ’ αυτό που εννοεί. Διότι διαφορετικά θα παραγόταν σύμφωνα με τον τρόπο που κατανοεί το Είναι της και δεν θα μπορούσε να το εννοήσει παρά μόνο αυτό που είναι. Όπως ακριβώς συμβαίνει στη βυζαντινή εικόνα ή θρησκευτικές απεικονίσεις άλλου τύπων πολιτισμών.
Η γενική αίσθηση που η έκθεση επιδιώκει να απομείνει στο τέλος, είναι ότι σκέπτομαι άρα είμαι. Τι είμαι όμως; Στο ερώτημα αυτό βεβαίως έχει απαντήσει ο καθένας από αυτούς με τη δική του απάντηση. Συγκλίνουν όλοι όμως σε ένα σημείο και αυτό είναι η αποστασιοποίηση (ηθελημένη ή συμπτωματική) από την υπερβατικότητα (πολύ περισσότερο στην εκδοχή της διατυπωμένης από τον Χάιντεγκερ θέσης, δημοφιλέστατης σε κάθε τύπο καλλιτεχνικής εξουσίας και όχι μόνο, από την δεκ. του 1990 και μετά)1. Ταυτίζουν κάτι, μια φόρμα, μια παράσταση ή μια αναπαράσταση, ένα αντικείμενο, μια διαδικασία, χωρίς να σημαίνει ότι έχουν την ψευδαίσθηση πως επαρκεί η “γνώση” για την πλήρη ταυτοποίηση που έχουν γι’ αυτό το κάτι μέχρι τη στιγμή εκείνη. Με αποτέλεσμα να διοχετεύει την αμφιβολία ο κάθε ένας με το δικό του τρόπο.
1 Δηλαδή οντολογικής θεώρησης της Ηθικής και συμφιλίωσης του ανθρωπισμού με την θρησκευτική έννοια υπερβατικού, κάτι που στο βάθος καλύπτει ένα αίσθημα ενοχής